Η σκάλα, του Νίκου Βράντση

Among all the architectural elements, with no doubt, the stair is for the building the same as the arteries and veins to the human body. As these carry blood to all organs, those with a similar branch, are essential for communication. In a figurative sense, the stair would be like the heart of a building, which fills it with life. The stair also has a temporal dimension: climbing up a stair means a lapse of time. The stairs and their steps have a rhythm. Its repercussion becomes evident when the steps are counted when going up or down. Above all else, the stair is a three-dimensional element. Its orientation is the gradient slope and its optical effect is the continuous change of perspective as it passes through it. This feeling reinforces the verticality as a movement line, both up and down.

Vicenio Samozzi, Italian Architect, 1615

Ξεκίνησε ως αγώνας ταχύτητας με εκκίνηση τον τρίτο όροφο της τριώροφης πολυκατοικίας όπου μεγάλωσα. Βγαίναμε με τους γονείς από το διαμέρισμα. Αυτοί στοιβάζαν τα σώματά τους στον στενό χώρο του ασανσέρ. Εγώ δήλωνα πως θα πήγαινα από τις σκάλες. Περίμενα να ξεκινήσουν. Και χυνόμουν και εγώ να πηδάω τρία- τρία τα σκαλοπάτια με τον παιδικό δρασκελισμό μου. Έντιμος αγώνας. Νικούσε – τουλάχιστον στο μυαλό μου – όποιος έφτανε πρώτος στο ισόγειο. Και αν δε συναντούσα εμπόδια στην διαδρομή, πρώτος έφτανα εγώ. Περίμενα, προσπαθώντας να κρύψω το λαχάνιασμα, χτυπώντας τους τάκους των παπουτσιών μου, ενώ μετρούσα την χρονική απόσταση που μεσολαβούσε από τον δικό μου τερματισμό μέχρι την άφιξη των ηττημένων.

Έμεινε το κακό συνήθειο. Όταν δεν υπήρχε κάποιος να παίξω, έβαζα στοίχημα με το φως της σκάλας που έλαμπε για 57 δευτερόλεπτα πριν σβήσει. Αγώνας άνισος που δεν έχασα ποτέ. Όταν δεν είχα όρεξη για ανταγωνισμούς, απλά μετρούσα τα σκαλιά που υπήρχαν από τον τελευταίο όροφο ως το ισόγειο. Έπειτα προσέθετα τα σπανιοπερπατημένα σκαλιά που ένωναν τον τρίτο με την ταράτσα. Συχνά αναρωτιόμουν αν θα έπρεπε να συμπεριλάβω τις πλάκες των πλατύσκαλων που ένωναν τα διαμερίσματα ή αν θα έπρεπε να τις εξαιρέσω. Δεν ήταν απλά μεγαλύτερες σε μέγεθος. Ήταν διαφορετικές ως προς τον σκοπό. Ένωναν τα κομμάτια του ορόφου και όχι τους ορόφους μεταξύ τους. Ετυμηγορία δεν βγήκε και έκανα τις πράξεις με δυο τρόπους: Δεκαέξι σκαλιά ανά όροφο χωρίς τα πλατύσκαλα, δεκαοκτώ μαζί τους.

Το συνήθειο έγινε ενήλικη ιδιοτροπία, την οποία συχνά επιλέγω να ικανοποιώ σε μια οκταώροφη πολυκατοικία, στης οποίας την ταράτσα περιστασιακά μένω. Κάνω μόνο καταβάσεις, μα αρκούν. Κοιτώ, μετρώ, διαιρώ, παρατηρώ! Το χρώμα των σκαλιών, τα χαλάκια στις εισόδους των διαμερισμάτων, τα ίχνη στους τοίχους. Βγάζω συμπεράσματα. Για παράδειγμα, οι σκάλες του πρώτου και δευτέρου ορόφου είναι καθαρές. Στον τρίτο είναι πιο βρώμικες. Αυτές που ενώνουν τον έβδομο με τον όγδοο έχουν σκεπαστεί από μια μαυρίλα που αποκαλύπτει πως οι σκάλες έχουν χρόνια να χρησιμοποιηθούν και να καθαριστούν. Έπειτα, υπάρχουν τα σκαλιά που οδηγούν στην ταράτσα. Δεν έχουν την βρωμιά της εγκατάλειψης μα αυτήν της χρήσης – δεν υπάρχει ανελκυστήρας για αυτή την διαδρομή και η σκάλα είναι υπό χρήση.

Η κλιμακούμενη “σκουριά” δείχνει τη σχέση αντιπαράθεσης σκάλας και ασανσέρ. Και οι δυο μάχονται για τον ίδιο σκοπό, παλεύουν για το ίδιο κοινό και για την ώρα κερδίζει το κουτί. Η σκάλα είναι ενσάρκωση μιας διαδρομής την οποία παρακάμπτουμε με το άνετο, ασφαλές, ανώδυνο και γρήγορο όχημα του ανελκυστήρα. Και έτσι, επισκέπτες των μαρμαρωμένων πτερών της περιστροφικής κίνησης, απέμειναν, οι ένοικοι των χαμηλών στρωμάτων που θέλουν να εξαιρεθούν από το κοινό έξοδο συντήρησης του ανελκυστήρα, οι κλειστοφοβικοί, όσοι θέλουν να κουβαλήσουν αντικείμενα που δεν χωρούν στο ασανσέρ, οι πιτσιρικάδες που παιχνιδίζουν ή επιδίδονται σε μαθηματικές πράξεις και οι ιδιότροποι.

Και τι θα γινόταν αν δεν υπήρχε η σκάλα; Οι κάτοικοι των χαμηλών στρωμάτων θα ήταν υποχρεωμένοι να πληρώσουν; Και πώς θα μετακινούνταν οι κλειστοφοβικοί; Και για τα αντικείμενα που δεν χωρούν στο ασανσέρ; Και τι θα μετρούσαν οι υποχόνδριοι; Θα ήταν όλοι εξαρτημένοι από το μονοπώλιο της κινήσεως του ασανσέρ; Και τι θα γινόταν με εκείνη την στιγμιαία εμπειρία τρόμου που γεννάται όταν συμβαίνει να σβήνει το φως της σκάλας όταν βρίσκεσαι στα μισά της καθόδου; Δεν είναι αστείες υποθέσεις αυτές.

Η δευτερεύουσα θέση της σκάλας με ενοχλεί παρά την γοητεία που μου ασκούν οι ανυψωτήρες- ειδικά οι επικίνδυνοι και υπό εξαφάνιση pater noster. Πολλές φορές, για να ανακουφίσω την δυσφορία μου, ονειρεύομαι νέα κτήρια των οποίων οι σκάλες δεν βρίσκονται στα σπλάχνα τους μα στην πρόσοψη.

Δεν υπάρχει ούτε κεντρική πόρτα εισόδου ούτε και καμία πόρτα στο εσωτερικό. Δεν υπάρχουν μπαλκόνια. Η πρόσοψη αυτών των κτιρίων δεν είναι παρά μια πελώρια σκάλα, με πλατιά σκαλιά. Ανάμεσά τους βρίσκονται ενσωματωμένες οι διάφορες πόρτες που οδηγούν στους εσωτερικούς χώρους και κάποια παράθυρα. Υπάρχουν μόνο σκαλιά. Όλοι οι περαστικοί μπορούν να σκαρφαλώσουν από το οδόστρωμα μέχρι την κορυφή του κτιρίου χρησιμοποιώντας την πυραμιδοειδή πρόσοψη. Οι προσόψεις λειτουργούν ως μονοπάτια προς την κορυφή, προσβάσεις προς τα διαμερίσματα, χώροι πρασίνου, μα και αμφιθέατρα όπου κάθονται παρέες και συνομιλούν ή ακροατές που παρακολουθούν παραστάσεις ή ομιλίες που στήνονται κάτω στον δρόμο.

Μα καθώς είναι δύσκολο να σκαλίσουμε τις οριζόντιες, μπαλκονάτες προσόψεις των κτιρίων μας, έπνιξα το όνειρο. Και γέννησα μια νέα σκέψη.

Η σκάλα ενσαρκώνει μια διαδρομή του κατοίκου από την πόρτα του διαμερίσματος στην έξοδο. Είναι όμως δυνητικά και η ενσάρκωση μιας συνάντησης. Για να γίνει η δυνατότητα, πραγματικότητα δεν χρειάζεται να τροποποιήσουμε την σκάλα υλικά, μα να την φανταστούμε αλλιώς νοητικά – ή να την νοηθούμε αλλιώς στη φαντασία μας.

Τί θα γινόταν αν αλλάζαμε τον σκοπό που νομίζουμε ότι εξυπηρετεί η σκάλα; Αν δεν την σκεφτόμασταν πια ως διαδρομή αλλά ως χώρο συνάντησης; Τι θα γινόταν αν στις σκάλες καθιερωνόταν ο θεσμός μικρών εγχώριων botellón; Τι θα γινόταν αν οι άνθρωποι των ορόφων δίνανε ραντεβού για έναν καφέ στα σκαλιά αραιά και που; Τι θα γινόταν αν στα σκαλοπάτια τοποθετούσαμε λίγα αγαπημένα βιβλία του κάθε ενοίκου, και κάποια δισκία μουσικής και ταινιών και κάποια μικροαντικείμενα και τα μετατρέπαμε σε ράφια; Ή αν κρεμούσαμε στους τοίχους τους φωτογραφίες παλιών και νέων ενοίκων ή πόστερς ή καθρέπτες; Ή αν τους ζωγραφίζαμε; Λοιπόν;

Ίσως άλλαζε η σχέση αντιπαράθεσης ανάμεσα στον ανυψωτήρα και τις σκάλες καθώς κάθε χώρος θα εξυπηρετούσε διαφορετικό σκοπό.

Ίσως ο νέος τρόπος ερμηνείας και χρήσης να άλλαζε τις σχέσεις των ενοίκων.

Ίσως οι κάτοικοι των χαμηλών ορόφων να γνώριζαν τους πιο εύπορους στα δωμάτια με θέα.

Ίσως η αισθητική αναβάθμιση αποκτούσε θετικές κοινωνικές προεκτάσεις και επανέφερε την σκάλα ανάμεσα στα πρωταγωνιστικά στοιχεία της πολυκατοικίας.

Αυτό που εμποδίζει την σκάλα να αποκτήσει ένα νέο νόημα, και να χρησιμοποιηθεί αλλιώς είναι ότι την έχουμε αιχμαλωτίσει σε μια καθημερινή συνήθεια που απλώνει τα νοήματά της επί των πραγμάτων, αδρανοποιώντας δυνατότητες που θα μπορούσαν να την υποσκάψουν.

Advertisement

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s