Ντ. Χ. Λώρενς, Τρεις Ιστορίες, της Αναστασίας Βράτζια

Οι εκδόσεις Κουκούτσι συστήνουν εκ νέου στο αναγνωστικό κοινό το έργο του Βρετανού πεζογράφου, ποιητή και κριτικού Ντέιβιντ Χέρμπερτ Λώρενς, εκδίδοντας το 2016 την –εξαιρετικά επιμελημένη- συλλογή διηγημάτων «Τρεις Ιστορίες» σε μετάφραση και επίμετρο του Γιώργου Λαμπράκου. Η συλλογή περιλαμβάνει τις ιστορίες «Ήλιος» (Sun, 1926), «Ο άνδρας που αγαπούσε τα νησιά» (Τhe Man Who Loved Islands, 1927) και «Πράγματα» (Τhings, 1928). Συνδετικός κρίκος των διηγημάτων η αναζήτηση της προσωπικής ολοκλήρωσης των ηρώων κατά το διάστημά του εκούσιου εκπατρισμού τους. Καθ’ ότι μοντερνιστικά αφηγήματα, το τοπίο δρα καταλυτικά στη διαμόρφωση του ψυχισμού των ηρώων, καθώς και στην εσωτερική τους αφύπνιση.

Στον «Ήλιο», η Τζουλιέτ, μια παντρεμένη μεσοαστή Αμερικανίδα εγκαθίσταται κατόπιν συμβουλής γιατρού στη Σικελία. Κατά την παραμονή της στην ιταλική μεγαλόνησο, επιδίδεται σε καθημερινή ηλιοθεραπεία και σταδιακά παραδίδεται στην «συμπαντική επίδραση» του ήλιου. Η ζωή της μεταμορφώνεται σε μυστική τελετουργία και η ίδια επανασυνδέεται με το σώμα της και τη σεξουαλικότητα της. Παράλληλα, η γνωριμία της με έναν χωρικό της θέτει το ερώτημα της διάλυσης του συμβατικού της γάμου και της αποδοχής της προσωπικής της αλήθειας.

«Παρέμενε δέσμια του γιγάντιου παγιωμένου τροχού της περίστασης, και δεν υπήρχε κανένας Περσέας στο σύμπαν να της κόψει τα δεσμά.» (σελ.60).

Ο Λώρενς δεν καυτηριάζει απλώς την κοινωνική σύμβαση του γάμου, ενός θεσμού που δύναται να απομυζεί τη ζωτικότητα και τη σεξουαλική ενέργεια των εμπλεκόμενων σε αυτόν. Προχωρά ένα βήμα παραπέρα και θέτει τον εξής πλατωνικό συλλογισμό στους αναγνώστες του: όταν το άτομο πραγματοποιεί την ανάβασή του προς το φώς κι αντικρύζει την προσωπική του αλήθεια, όταν το παραπέτασμα σηκώνεται και η ψευδαίσθηση διαλύεται, το άτομο υποχωρεί εμπρός στην καινούργια του επίγνωση ή εναγκαλίζεται τη νέα του ταυτότητα;

Στο «Ο άνδρας που αγαπούσε τα νησιά», ο ήρωας της ιστορίας αναζητά έναν νέο τόπο, ένα νησί συγκεκριμένα, στο οποίο θα μπορέσει να δημιουργήσει μια αυτάρκη κοινότητα ανθρώπων, μακριά από τον παρακμάζων πολιτισμό. Έπειτα από τρεις αποτυχημένες προσπάθειες σε τρία διαφορετικά νησιά, το όραμά του αποδεικνύεται μια ακόμη ουτοπία. Τα φανταστικά, αυτά, νησιά, καταλήγουν να είναι πηγή ανυπολόγιστης απώλειας επαφής με τον έξω κόσμο, θέτοντας, παράλληλα, σοβαρά εμπόδια στη Bildung (ηθική διάπλαση) των ηρώων, για την επίτευξη της οποίας βασική προϋπόθεση αποτελεί –σε ανθρωπολογικό και πολιτισμικό επίπεδο- η αντιπαράθεση με την διαφορετικότητα των άλλων.

«Ο ίδιος ο Αφέντης άρχισε να φοβάται λιγάκι το νησί του. Εδώ είχε παράξενα, βίαια αισθήματα που δεν είχε ξανανιώσει, ηδυπαθείς επιθυμίες από τις οποίες είχε απαλλαγεί. Ήξερε για τα καλά πως οι άνθρωποί του δεν τον αγαπούσαν καθόλου. Ήξερε πως τα πνεύματά τους είχαν στραφεί κρυφά εναντίον του, μοχθηρά, χλευαστικά, φθονερά, παραφυλούσαν για να τον ρίξουν. Έγινε εξίσου δύσπιστος και κρυψίνους απέναντι τους.» (σελ. 84).

Ο ίδιος ο Λώρενς, μετά την καταστροφή του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, αναζητούσε έναν νέο τόπο, για το ξεκίνημα μιας νέας ζωής είτε στην Ευρώπη είτε, πιθανώς, μακριά από αυτήν. Στη ζωή του, αποκαλούσε το ουτοπικό όραμα του Ρανανίμ, και προσπάθησε να το υλοποιήσει με ποικίλους τρόπους από το ξέσπασμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι το τέλος της ζωής του. Δεν κατόρθωσε ποτέ να πραγματοποιήσει το όραμά του, γεγονός που αντικατοπτρίζεται στην ιστορία του «Ο άνδρας που αγαπούσε τα νησιά».

Στην τελευταία ιστορία της συλλογής, «Πράγματα», ένα ζευγάρι Αμερικάνων νεαρών ιδεαλιστών μάχονται ενάντια στον «τρόμο της ποταπής αντιζωής», ταξιδεύοντας στην Ευρώπη κι αναζητώντας την ελευθερία από τις υλικές εξαρτήσεις. Για πόσο όμως θα αντιπαλεύουν το θηρίο του υλικού κομφορμισμού;

«Και την κοίταξε. Ήταν στο κλουβί: αλλά υπήρχε ασφάλεια εκεί μέσα. Κι εκείνη είχε βρει επιτέλους τον πραγματικό της εαυτό. Είχε αποκτήσει αγαθά. Και ναι μεν στο βλέμμα του δέσποζε το αλλόκοτο, σατανικό, ακαδημαϊκό ύφος του αμιγούς σκεπτικισμού. Αλλά του άρεσε ο αστακός.» (σελ. 147).

Μολονότι μεσολαβεί σχεδόν ένας αιώνας από την πρώτη έκδοση των τριών ιστοριών, η θεματική τους παραμένει επίκαιρη όσο και να μη θέλει να το παραδεχτεί κανείς. Η θυσία της ζωτικότητας και της ελευθερίας στο βωμό της κοινωνικής αποδοχής και υλικής ευημερίας συνεχίζει να υφίσταται.

 

 

 

 

Leave a comment