Η λήθη της οικολογίας, του Δημήτρη Μουταφίδη

 

«Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας», όπως υποδεικνύει ο τίτλος του βιβλίου της Μαργαρίτας Ζαχαριάδου. Αποτελεί έναν τρόπο ύφανσης σημείων· έναν τρόπο ένταξης υλικών στοιχείων σε μια ενιαία αφήγηση. Το «σημερινό παρόν» το αφηγούμαστε συχνά στη βάση της κατάρρευσης των μεσαίων τάξεων, της ανόδου των λαϊκισμών ή της ταυτοτικής πολυδιάσπασης. Άλλοι πάλι επιδιώκουν πιο σύνθετες αναγνώσεις. Από την πλειοψηφία των αφηγήσεών μας, ωστόσο, παραλείπεται συνήθως το ίδιο στοιχείο. Κάτι πολύ απτό και συγκεκριμένο, όσο και ανεπαίσθητο. Αυτό είναι το οικολογικό ζήτημα.

Ύστερα από τις πρόσφατες εξελίξεις σχετικά με την αποχώρηση των Η.Π.Α. από τη Συμφωνία για το Κλίμα και με αφορμή τη νίκη των Πράσινων στο κρατίδιο της Βαυαρίας, μάλλον η συζήτηση χρειάζεται ν’ ανοίξει ξανά.

Η οικολογία, μια παράδοση πάλαι ποτέ κραταιά, αποτελεί πια το κενό της σύγχρονης σκέψης. Παραμερίστηκε αδίκως από τον δημόσιο διάλογο, και τον ρόλο του μαέστρου της συζήτησης πήρε η οικονομία. Παράδοξο, δεδομένου ότι οικονομία και οικολογία δεν μπορούν να διαχωριστούν. Άδικο, διότι η προσφορά της πολιτικής οικολογίας, από τα μέσα του 20ού αιώνα και μετά, υπήρξε πολύ σπουδαία.

Η αμφισβήτηση του βιομηχανικού μοντέλου παραγωγής, είτε καπιταλιστικού είτε σοσιαλιστικού· η κριτική του καταναλωτισμού· το αντιπυρηνικό κίνημα· ο εξορθολογισμός της γεωργίας· το ζήτημα της διαχείρισης των λυμάτων και η ανακύκλωση· η αποανάπτυξη ή απομεγέθυνση· η πράσινη ανάπτυξη και η ενεργειακή παραγωγή· η προβληματική γύρω από την πολεοδομία και τη ρυμοτομία των πόλεων αποτελούν τη μεγάλη της προσφορά στη σκέψη και την καθημερινή ζωή των δυτικών κοινωνιών.

Προφανώς, γέννησε και διάφορα προβλήματα στο πέρασμα των χρόνων. Παραχώρησε νέα επιχειρήματα σε όσους στρατεύονταν στο πλευρό της πολιτισμικής απαισιοδοξίας ή γέννησε από τα σπλάχνα της ένα δικό της καταστροφισμό, την «οικολογία του φόβου». Ταυτόχρονα με το φιλοσοφικό αντιανθρωπισμό της, επανέφερε ένα ρουσωϊκής έμπνευσης κοινοτιστικό ιδεώδες. Ακόμα χειρότερα, ένα μέρος της παρενέβη στα παραϊατρικά και παραψυχολογικά ενδιαφέροντα, όπως και στα αντιεμβολιαστικά κινήματα. Τέλος, υπήρξε το πρόβλημα των ΜΚΟ, τμήμα των οποίων, πέραν της ηθικολογίας και του συναισθηματισμού που ανέπτυξε, ενεπλάκη σε σκάνδαλα διαφθοράς.

Πέραν όμως των προβλημάτων και των αγκυλώσεων, η παράδοση αυτή είναι σημαντική, κι ας βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο περιθώριο. Υπάρχει μια σειρά από προβλήματα που καθιστούν επιτακτική την επιστροφή της. Η κλιματική αλλαγή, η τροπικοποίηση του κόσμου, το πλανητικό ζήτημα της διατροφής, η πτώση του ποσοστού του πόσιμου νερού, η ποιότητα των προϊόντων (γλυφοσάτη), η τεράστια σπατάλη πολύτιμων μετάλλων για την κατασκευή υπολογιστών, κινητών, tablets και άλλων μικρομηχανών· αυτά είναι μερικά μόνο από τα σύγχρονα οικουμενικά προβλήματα που εγκαλούν το οικολογικό βλέμμα.

Μαζί με τα παραπάνω, αξίζει να προστεθεί το ζήτημα των ζώων, αδέσποτων και μη, και της κακομεταχείρισης ή της γενικότερης απάνθρωπης συμπεριφοράς απέναντί τους. Για παράδειγμα, μια εύλογη απορία-πρόκληση είναι το αν το γνωστό «Φεστιβάλ Σκύλου» στην Κίνα, όπου μαγειρεύουν και τρώνε σκύλους, ή «η γιορτή της Φάλαινας» στα Νησιά Φερόε, όπου κυνηγούν και σκοτώνουν φάλαινες-προς-εξαφάνιση, πρέπει να συνεχίσουν να υφίστανται ή όχι. Πρόκειται για ζητήματα στα οποία θα ήταν περισσότερο γόνιμο να απαντήσει η πολιτική οικολογία, και όχι ο αντισπισισμός, καθώς ο τελευταίος δεν είναι ο πλέον κατάλληλος να διευρύνει την «ηθική της φροντίδας», όπως υποστήριξε μια δημοσιογράφος της γαλλικής εφημερίδας Humanité.

Υπάρχει, όμως, και ένα άλλο σημείο, όχι και τόσο εμφανές εκ πρώτης όψεως, στο οποίο η παράδοση της πολιτικής οικολογίας θα μπορούσε να προσφέρει απαντήσεις. Σε μια ιστορική στιγμή όπου το βασικό πρόβλημα έχει πάρει άλλη τροπή, όπου το πρωτεύον δεν είναι τόσο ότι η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο αντανακλά την εκμετάλλευση της φύσης από τον άνθρωπο, αλλά ότι η αδιαφορία ανθρώπου προς άνθρωπο αντανακλά την αδιαφορία του ανθρώπου προς τη φύση, η οικολογία επαναφέρει ένα αίσθημα κοινότητας. Ένα αίσθημα του «ανήκειν», το οποίο θα ήταν οικουμενικό και συμπεριληπτικό, και όχι περιοριστικό και ασφυκτικό.

Θα μπορούσε ακόμη να επαναφέρει μια συνείδηση στραμμένη προς το μέλλον· μια συνείδηση που επανασυνδέεται με την ηθική της ευθύνης. Ευθύνης για τις τωρινές πράξεις μας, οι οποίες προσανατολίζονται στο να παραδώσουν έναν κόσμο πιο βιώσιμο, από κάθε σκοπιά, σ’ αυτούς που θα έρθουν μετά από εμάς. Κι αυτοί δεν θα ‘ναι μόνο τα παιδιά μας, όπως ισχυρίζεται ο Λυκ Φερύ όταν μιλάει για την πολιτική οικολογία, αλλά και τα παιδιά των ανθρώπων που δεν αγαπήσαμε ποτέ.

Μπορεί η πολιτική οικολογία, από μόνη της, να μην μπορεί να αποτελέσει το πιο κομβικό στοιχείο στην τωρινή προσπάθεια εύρεσης ενός κοινού πλαισίου συνύπαρξης. Μπορεί όμως να συμβάλει θετικά προς αυτήν την κατεύθυνση.

Leave a comment